Ούτε στρώμα να πλαγιάσω, ούτε φως για να διαβάσω το γλυκό σου γράμμα, ωχ, μανούλα μου Καλοκαίρι κι είναι κρύο ένα μέτρο επί δύο είναι το κελί μου, ωχ, μανούλα μου
Μα εγώ δε ζω γονατιστός, είμαι της γερακίνας γιος Τι κι αν μ’ ανοίγουνε πληγές εγώ αντέχω τις φωτιές Μάνα μη λυπάσαι, μάνα μη με κλαις
Ένα ρούχο ματωμένο στρώνω για να ξαποσταίνω στο υγρό τσιμέντο, ωχ, μανούλα μου Στο κελί το διπλανό μου φέραν κάποιον αδελφό μου πόσο θα τραβήξει, ωχ, μανούλα μου
Μέσα μου έχω ένα θυμό Σαν αλυσίδα στον λαιμό με θέλει σκλάβο Κάνει κακό στο σ’αγαπώ Πρέπει το λάθος μου αυτό να το προλάβω, Μέσα μου έχω ένα θυμό Θα μου οδηγήσει σε γκρεμό δεν θα νικήσω, Ήμασταν ίδιοι μια ζωή Μα δεν αλλάξαμε μαζί έκανες πίσω.
Δεν είναι τρέλα ούτε μανία Δεν είναι παραλογισμός Αυτό που νοιώθω από την μέρα Που έγινες ξαφνικά καπνός Έτσι όπως φέρθηκες σε μένα Ο φόβος βγήκε αληθινός Ό,τι έχει μείνει από σένα Είναι θυμός
Μέσα μου έχω ένα θυμό Ένα ανεξήγητο κενό που με πονάει, Άτιμο πράγμα η πληγή Βρίσκει μια ανάμνηση κρυφή και δεν περνάει Μέσα μου έχω ένα θυμό Που σε κρατάει ζωντανό, είναι αστείο, Είχαμε μια κοινή καρδιά Χτυπούσε μέχρι την βραδιά που πες…
Δεν είναι τρέλα ούτε μανία Δεν είναι παραλογισμός Αυτό που νοιώθω από την μέρα Που έγινες ξαφνικά καπνός Έτσι όπως φέρθηκες σε μένα Ο φόβος βγήκε αληθινός Ό,τι έχει μείνει από σένα Είναι θυμός